Ιστορία
ΓΕΝΙΚΑ
Η Αγία Μαρίνα Ξυλιάτου, το μικρό και όμορφο χωριό της επαρχίας Λευκωσίας, απέχει από την πρωτεύουσα γύρω στα 40 χιλιόμετρα. Είναι χτισμένο στους πρόποδες της οροσειράς του Τροόδους, σ’ ένα μέσο υψόμετρο 450 μέτρων, πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Σε απόσταση ενός χιλιομέτρου από το χωριό και προς τα νότια, απλώνεται καταπράσινο και πανέμορφο το δάσος «Αδελφοί».
Το χωριό είναι προικισμένο από τη φύση με ωραία θέα. Από εδώ μπορεί κάποιος ν’ αγναντέψει τον καταπράσινο κάμπο και την καταγάλανη θάλασσα της Μόρφου, την Λευκωσία και την οροσειρά του Πενταδακτύλου. Προς τα νοτιοδυτικά απλώνεται πανέμορφη η οροσειρά του Τροόδους, με πιο επιβλητική την βουνοκορφή της Μαδαρής.
Η κοινότητα γειτονεύει με τα χωριά Ξυλιάτος (3 χλμ), Κάτω Μονή (3 χλμ), Ορούντα (5 χλμ), Βυζακιά (4 χλμ), Ποτάμι (5 χλμ), Περιστερώνα (10 χλμ), Μιτσερό (6 χλμ), Λαγουδερά (13 χλμ), Σαράντι (13 χλμ) και Νικητάρι (6 χλμ).
ΠΛΗΘΥΣΜΟΣ
Το χωριό γνωρίζει, για πάνω από ένα αιώνα, μια σταθερή αύξηση του πληθυσμού του. Από 74 κατοίκους το 1881 ο πληθυσμός αυξήθηκε στους 204 το 1901, στους 342 το 1921, στους 418 το 1946, στους 516 το 1960, στους 546 το 1973 και στους 605 το 1982. Στην τελευταία απογραφή που έγινε το 2001, οι κάτοικοι της κοινότητας αριθμούσαν τους 628. Παρά τη μεγάλη απόσταση από τη Λευκωσία, η Αγία Μαρίνα εξακολουθεί να αντιστέκεται στην αστυφιλία.
ΠΑΡΑΓΩΓΗ
Οι κάτοικοι της κοινότητας εξακολουθούν να ασχολούνται με την καλλιέργεια της γης. Τα κύρια προϊόντα που παράγει το χωριό είναι οι αμυγδαλιές, λίγα σιτηρά, τα όσπρια, λίγα αμπέλια και ελιές. Μετά την κατασκευή του υδατοφράκτη Ξυλιάτου, στην περιοχή παράγονται διάφορα φρουτόδεντρα. Ανεπτυγμένη είναι και η κτηνοτροφία, ιδιαίτερα των αιγοπροβάτων.
ΟΝΟΜΑΣΙΑ
Το χωριό ονομάστηκε Αγία Μαρίνα, λόγω του σεβασμού των κατοίκων στην Αγία και Μεγαλομάρτυρα Μαρίνα. Ο σεβασμός όλων των Κυπρίων προς την Αγία, είναι επίσης πολύ γνωστός και αυτό φαίνεται από τις 110 και πλέον εκκλησίες που είναι αφιερωμένες στην Αγία. Στην Κύπρο υπάρχουν τέσσερα χωριά με το όνομα Αγία Μαρίνα. Η Αγία Μαρίνα κοντά στο χωριό Ξυλιάτος, που είναι γνωστό με την ονομασία Αγία Μαρίνα Ξυλιάτου, άλλο κοντά στην Σκυλλούρα με κατοίκους Μαρωνίτες και δύο στην επαρχία Πάφου. Το ένα κοντά στην περιοχή του χωριού Κελοκέδαρα, γνωστό ως Αγία Μαρίνα Κελοκεδάρων και το άλλο στην περιοχή της Χρυσοχούς, με την ονομασία Αγία Μαρίνα Χρυσοχούς.
Μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, το χωριό ήταν γνωστό και σαν Αγία Μαρίνα του Νικητάρι. Με την δημιουργία του ταχυδρομείου όμως, οι Άγγλοι το καθιέρωσαν μόνιμα, για να το ξεχωρίζουν, σαν Αγία Μαρίνα Ξυλιάτου.
ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ
Η κοινότητα όπως φαίνεται, λειτουργεί σαν οικισμός από την προϊστορική περίοδο. Πηγές νερού, σπήλαια, τάφοι, σκουριά από χαλκό, γαλαρίες και άλλα τεκμήρια μαρτυρούν την ανθρώπινη παρουσία στην περιοχή.
Η πρώτη βασική ένδειξη της αρχαιότητας του χωριού, είναι η πηγή από όπου υδρεύετο μέχρι και τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα. Η πηγή αυτή υπάρχει και σήμερα και αποτελεί το Αγίασμα της Αγίας Μαρίνας.
Στην περιοχή «Μαραθεύτικα» πολύ κοντά στο χωριό, ανακαλύφθηκαν αρχαίοι τάφοι-σπήλαια. Οι τάφοι αυτοί συλήθηκαν κατά περιόδους. Από πληροφορίες που υπάρχουν, οι συλητές ανακάλυψαν αρχαία χρυσά νομίσματα, χρυσά φύλλα μερσινιάς και μικρά μεταλλικά νομίσματα. Το γεγονός αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το χωριό ήταν κατοικημένο, από την αρχαία ή την ρωμαϊκή εποχή.
Σε διάφορα μέρη της περιοχής του χωριού υπάρχουν μέχρι σήμερα αιωνόβια ελαιόδεντρα.
Στην τοποθεσία «Μαυροβούνι» δύο χιλιόμετρα ανατολικά του χωριού, υπάρχουν σημαντικά αποθέματα σκουριάς, εμφανή σημεία του χαλκού. Επίσης στην τοποθεσία «Άγιος Κυριάκος» στα δυτικά του χωριού, υπάρχει σωρός σκουριάς.
Στο χάρτη της Κύπρου «Cypruss Insula» που δημοσίευσε ο Abraham Ortelious τον Μάϊο του 1570, ο οικισμός βρίσκεται σημειωμένος σαν S. Marina. Αυτός αποτελεί τον παλαιότερο γνωστό χάρτη της περιοχής της Βενοτοκρατίας, στον οποίο υπάρχει σημειωμένο το χωριό.
Ξενάγηση
Στους πρόποδες του Τροόδους, ξεπροβάλλει ένα μοναδικής ομορφίας και γραφικότητας χωριό, η Αγία Μαρίνα του Ξυλιάτου. Το χωριό, μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, περιοριζόταν στην κοιλάδα της περιοχής, ενώ στη συνέχεια απλώθηκε στους γύρω λόφους, «Μονή του Θόλου», του «Σταυρού» και της «Μαζερής». Είναι εντυπωσιακό πως η αρχική κοιτίδα του χωριού, διατηρεί μέχρι τις μέρες μας, τον παραδοσιακό της χαρακτήρα. Ας περιδιαβούμε, στα στενά δρομάκια του χωριού προσπαθώντας να γνωρίσουμε τόσο την παραδοσιακή όσο και τη σύγχρονη όψη του.
Συγκεκριμένα, η παλαιά Αγία Μαρίνα περιλαμβάνει το Δημοτικό Σχολέιο, το παλιό εκκλησάκι της Αγίας Μαρίνας, στενά ελικοειδή δρομάκια σπιτάκια λαϊκής αρχιτεκτονικής, καφενεία, σωματεία και κάθε λογής μικρά μαγαζάκια. Εντύπωση προκαλεί ο τρόπος οικοδόμησης των παλαιών σπιτιών του χωριού. Ειδικότερα, η βάση και τα θεμέλια των σπιτιών, που δεν ξεπερνούσαν σε ύψος το ένα μέτρο, χτίζονταν από πέτρα, ενώ το υπόλοιπο μέρος τους από «πλυνθάρια».Μονάχα ένας μικρός αριθμός σπιτιών οικοδομήθηκαν «αποκλειστικά από πέτρα». Επιπρόσθετα, τα δώματα των περισσότερων σπιτιών, φτιάχνονταν από χώμα και «κόννο», ένα «στεγανοποιητικό υλικό», το οποίο τοποθετούσαν στο ανώτερο τους σημείο.
Επίσης, στην «παλιά Αγία Μαρίνα» υπάρχουν δύο πλατείες, η μια δίπλα από της είσοδο της παλαιάς εκκλησίας και η άλλη στα ανατολικά της. Η τελευταία απέχει μόλις εκατό μέτρα από την πρώτη, και είναι γνωστή με την ονομασία «Νεφκα».
Σε μεταγενέστερη εποχή, προστέθηκε και η πλατεία πλησίον του δημοτικού σχολείου, η οποία μέχρι και το 1970 αποτελούσε ιδιωτική περιουσία. Στην ανατολική πλευρά της πλατείας κατασκευάσθηκαν κερκίδες για χίλια άτομα. Η πλατεία, αποτελεί εκτός από χώρο του παιχνιδιού των μαθητών του δημοτικού σχολείου, χώρο για την πραγματοποίηση γάμων, θερινών θεατρικών παραστάσεων, εκδηλώσεων των σωματείων –Εθνικός Όμιλος Διγενής και Νέα Γενιά, καθώς και του Συνδέσμου Αποδήμων. Παράλληλα, αποτελεί χώρο άθλησης και προπόνησης των προαναφερόμενων σωματείων.
Επίσης, η Αγία Μαρίνα διαθέτει ένα υπέροχο κοινοτικό πάρκο, το οποίο θεωρείται σημείο συνάντησης αλλά και ψυχαγωγίας τόσο των Αμαρινιοτών όσο κα άλλων επισκεπτών κάθε ηλικίας. Σαφέστερα, το πάρκο περιλαμβάνει το αγίασμα της Αγίας Μαρίνας, παιδική χαρά, περίπτερο και αρκετά παγκάκια. Ο πλούτος του πρασίνου καθώς και η υπέροχη θεά που διαθέτει, καταφέρνουν να γοητεύσουν τον κάθε επισκέπτη.
Σε μικρή απόσταση από το κοινοτικό πάρκο, αναδύεται μεγαλόπρεπο το καμάρι του χωριού, το «πολυδιάστατο πολιτιστικό κέντρο». Το συγκεκριμένο οικοδόμημα ενσωματώνει βιβλιοθήκη, νηπιαγωγείο, κοινοτικά γραφεία αλλά και αίθουσα με σκηνή εξακοσίων θέσεων, η οποία συχνά φιλοξενεί θεατρικές παραστάσεις.
Το πολυδύναμο Κέντρο της κοινότητας Το κτίριο του Κοινοτικού Συμβουλίου. Στο ίδιο κτίριο συστεγάζεται και το Πολιτιστικό Κέντρο Αγίας Μαρίνας Ξυλιάτου
Τέλος, σε μικρή απόσταση από την καρδιά του χωριού υπάρχουν τρεις οργανωμένοι εκδρομικοί χώροι. Ο πρώτος βρίσκεται στο Φράκτη, ο δεύτερος πλησίον του σταθμού «Καπουρά», και ο τελευταίος στο «Γεφύρι της Παναγίας», έναντι του ομώνυμου δασικού σταθμού .
Συνοψίζοντας, η Αγία μαρίνα αποτελεί ένα από τα χωριά της Λευκωσίας, που συνδυάζουν αρμονικά ένα εξαίσιο φυσικό τοπίο, το σύγχρονο με το παραδοσιακό στοιχείο.
Κοινοτικό πάρκο
Ένα καταπράσινο πάρκο στην καρδιά της κοινότητας που χαρακτηρίζεται και ως στολίδι. Ξεκούραση για τους ενήλικες και πολύ παιχνίδι για τους μικρούς μας φίλους.
Τα τελευταία χρόνια το πάρκο ανακαινίστηκε με προδιαγραφές ασφαλείας δαπέδου και παιχνιδιών. Στο περιβάλλοντα χώρο του πάρκου υπάρχει το μνημείο ηρώων των Ανδρέα Μοδίτη & Κύπρου Πέτσα που έπεσαν μαχόμενοι το καλοκαίρι του ΄74 καθώς επίσης το αγίασμα της Αγίας Μαρίνας. Τέλος , λίγα μέτρα από το πάρκο θα βρεις την παλιά εκκλησία της Αγίας Μαρίνας που είναι ανεκτίμητης αρχαιολογικής αξίας και σήμα κατατεθέν για το χωριό μαζι με την άλλη προτομη του ηρωα Δημητράκη Παπαμιλτιάδους.
Πολιτιστικό κέντρο
Στο χωριό οικοδομήθηκε ένα «πολυδύναμο και περίλαμπρο» έργο, χάρη στην πρωτοβουλία του Συνδέσμου των Αποδήμων. Στόχο ανέγερσης του συγκεκριμένου κτιρίου αποτελεί η ανάπτυξη των «πολιτιστικών και πολιτισμικών δραστηριοτήτων τόσο του χωριού όσο και της γύρω περιοχής. Το πολυδύναμο κέντρο περιλαμβάνει βιβλιοθήκη, νηπιαγωγείο, κοινοτικά γραφεία, αλλά και αίθουσα με σκηνή χωρητικότητας εξακοσίων θέσεων, κατάλληλη για θεατρικές παραστάσεις.
Ήθη και έθιμα
Χαρτώματα ή Αρραβωνιάσματα
Όταν οι νέοι έφταναν στα δεκαοχτώ τους χρόνια, ή όπως χαρακτηριστικά έλεγαν στο χωριό «όταν εβαρούσε η πούγκα τους», δηλαδή όταν είχαν μαζέψει κάποια χρήματα θεωρούνταν έτοιμοι να αρραβωνιαστούν. Τότε, οι οικογένειες των νέων άρχιζαν τη αναζήτηση του γαμπρού ή της νύφης, θέτοντας ως βασικά κριτήρια επιλογής «τις συμπάθειες τους, τη γενιά και την οικονομική κατάσταση των συμπεθέρων».
Μετά την επιλογή τού υποψήφιου γαμπρού ή της νύφης, η προξενήτρα ή σπανιότατα ο προξενητής, αναλάμβανε να μεταφέρει στους μελλοντικούς συμπεθέρους την πρόταση γάμου. Αν η πρόταση γάμου γινόταν αποδεχτή και από την άλλη πλευρά, τότε η ευχάριστη είδηση ανακοινωνόταν σ’ όλα τα μέλη των δυο οικογενειών. Ταυτόχρονα, οριζόταν και η μέρα που θα δινόταν επίσημα η υπόσχεση γάμου.
Αξίζει να σημειωθεί πως οι χωριανοί θεωρούσαν κατάλληλη περίοδο για χάρτωμα την «εβδομάδα αγάπης», μ’ άλλα λόγια τη «βδομάδα που προηγείται της σαρακοστής των Χριστουγέννων».
Την ημέρα της υπόσχεσης γάμου, η οικογένεια του γαμπρού επισκεπτόταν το σπίτι της οικογένεια της νύφης, όπου συμφωνούσαν και την περιούσια που θα προσέφερε η κάθε οικογένεια στο ανδρόγυνο. Η συμφωνία επισφραγιζόταν με τη χειραψία μεταξύ τόσο των συμπεθέρων όσο και του ανδρογύνου. Για τους Αμαρινιότες, το «τόκκα», δηλαδή η χειραψία, των συμπεθέρων αντιστοιχούσε με «λόγο τιμής». Εντύπωση προκαλεί πως το ανδρόγυνο δεν παντρευόταν προτού ολοκληρωθεί το χτίσιμο του σπιτιού, ακόμη κι αν διαρκούσε δέκα χρόνια. Ακολουθούσε ένα μεγάλο φαγοπότι, στο οποίο έπρεπε οπωσδήποτε να είναι παρόντες οι «τατάδες», δηλαδή οι πνευματικοί γονείς του ανδρογύνου.
Γάμος ή «άρμασμα» ή «στεφανώματα»
Ο γάμος αποτελούσε ένα χαρμόσυνο γεγονός, στο οποίο συμμετείχε όλο το χωριό. Στο γάμο προσκαλούσαν από σπίτι σε σπίτι όλο το χωριό προσφέροντας μια «γλυσταρκά», δηλαδή ένα ψωμί βάρους μιας οκάς με μπόλικο σησάμι, το οποίο ζύμωναν σε διάφορα σχέδια. Το κάλεσμα των συγχωριανών αναλάμβαναν οι συμπέθεροι λίγες μέρες πριν από το γάμο.
Την παραμονή του γάμου, παραδοσιακά Σάββατο, οι κάτοικοι του χωριού έπαιρναν στο σπίτι της νύφης το δικό τους «κανίσιη», δηλαδή μερικά τρόφιμα, όπως πατάτες , λάδι, μακαρόνια και οπωσδήποτε ένα «καλοθρεμμένο ζωντανό κοτόπουλο».Το απόγευμα της παραμονής του γάμου, οι κουμπάροι και οι κουμπάρες, ή αλλιώς «κουμέρες», προσκαλούσαν για άλλη μια φορά τους συγχωριανούς στο γάμο ραντίζοντας τους ροδόσταγμα από «ασημένιες μερρέχες». Σε παλαιότερες εποχές, το απόγευμα του Σαββάτου, γινόταν και το «γέμισμα του κρεβατιού», μ’ άλλα λόγια το «πλούμισμα του» από τους φίλους, συγγενείς και τους κουμπάρους. Το έθιμο, όμως, αυτό, από τις αρχές του 20ου αιώνα μεταφέρθηκε την Κυριακή το απόγευμα. Το ίδιο βράδυ, στο σπίτι που θα γινόταν το γαμήλιο γλέντι, μαζεύονταν οι συγγενείς και οι φίλοι για να διασκεδάσουν με τη συνοδεία παραδοσιακών οργάνων, όπως βιολί και λαούτο, το χαρμόσυνο γεγονός.
Από το πρωί της ημέρας του γάμου, την Κυριακή δηλαδή, οι Αμαρινιότες άρχιζαν τις προετοιμασίες για το φαγητό. Το μεσημέρι της Κυριακής άρχιζε το στόλισμα της νύφης, το οποίο «συνόδευε» η μουσική των παραδοσιακών οργάνων καθώς και τα εύθυμα τραγούδια των κοριτσιών της Αγίας Μαρίνας. Λίγες ώρες μετά, άρχιζε και το «στόλισμα» του γαμπρού, στο οποίο ήταν παρόν κυρίως άνδρες αλλά και πάλι οι παραδοσιακοί οργανοπαίχτες που χάριζαν ευχάριστες μελωδίες .
Στη συνέχεια, πρώτα ο γαμπρός και έπειτα η νύφη με τη συνοδεία της μουσικής και όλων των συγγενών κατευθύνονταν στην εκκλησία για το ιερό μυστήριο του γάμου. Καθώς οι νεόνυμφοι έβγαιναν από την εκκλησία, οι συγχωριανοί τους «έραναν με άνθη και σιτάρι ή ρύζι», γιατί πίστευαν πως μ’ αυτό τον τρόπο το ζευγάρι θα αποκτούσε πολλούς απογόνους.
Στο χωριό επέζησε για πολλά χρόνια ένα έθιμο, το οποίο, όπως πίστευαν οι χωριανοί, φανέρωνε αν έγγαμος βίος του ζευγαριού θα ήταν ευτυχισμένος. Σαφέστερα, η μητέρα της νύφης ζητούσε από το γαμπρό να πάρει ένα ρόδι από το πανέρι ή το πιάτο που είχε στα χέρια της. Ο τελευταίος έπρεπε να ρίξει με δύναμη το ρόδι στον τοίχο, προτού περάσει το κατώφλι του σπιτιού. Αν το ρόδι έσπαζε σε πολλά κομμάτια σήμαινε πως η ζωή του ανδρογύνου θα πλημμύριζε από ευτυχία. Το έθιμο αυτό μετά το1950 σταδιακά εγκαταλείφθηκε.
Αμέσως μετά, ακολουθούσε ένα τρικούβερτο γλέντι με παραδοσιακό φαγητό, πότο και μουσική, το οποίο διαρκούσε μέχρι τις πρωινές ώρες. Την επόμενη μέρα του γάμου, τη Δευτέρα, οι συγγενείς και οι φίλοι επισκέπτονταν το σπίτι των νεόνυμφων για να τους προσφέρουν το γνωστό ως «δευτερκάτικο δώρο». Στη συνέχεια, οι συγγενείς και φίλοι διασκέδαζαν μαζί με το νιόπαντρο ζευγάρι δοκιμάζοντας εδέσματα που παρασκεύαζαν από πριν οι γυναίκες του χωριού, όπως «πίττες με μέλι και μακαρόνια».
Το απόγευμα της Δευτέρας, οι κουμπάροι και οι «κουμέρες», προσκαλούσαν και πάλι τους χωριανούς αυτή τη φορά στο «δευτεριάτικο γαμήλιο γλέντι». Το γλέντι αυτό, επισφραγιζόταν με τον παραδοσιακό χορό του γαμπρού και της νύφης, κατά τη δι8άρκεια του οποίο οι παρευρισκόμενοι τους «πλούμιζαν», δηλαδή τοποθετούσαν πάνω στα ρούχα τους χαρτονομίσματα αλλά και διάφορα είδη ρουχισμού, όπως «τσιεμπέρκα», «μαντιλιές» και σεντόνια.
Οι γαμήλιες εκδηλώσεις συνεχίζονταν την Τρίτη αλλά και την αμέσως επόμενη Κυριακή. Κατά τη διάρκεια της τελευταίας, γινόταν ο «αντίγαμος», ο οποίος περιλάμβανε παραδοσιακή μουσική, πλλούσιο φαγητό, καθώς και το «πλούμισμα» του ανδρογύνου.
Έθιμα Χριστουγέννων
Όλες οι νοικοκυρές του χωριού λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα άρχιζαν τις προετοιμασίες, σαφέστερα, καθάριζαν το σπίτι και έφτιαχναν διάφορες παραδοσιακές λιχουδιές, όπως «δακτυλιές, γλισταρκές, παξιμάδια»
Αξίζει να αναφερθεί πως οι Αμαρινιώτες, οι οποίοι εργάζονταν εκτός χωριού στην Λευκωσία ή σε άλλη περιοχή του νησιού, την παραμονή των Χριστουγέννων κατέφθαναν στην Αγία Μαρίνα.
Την ημέρα των Χριστουγέννων, οι χωριανοί ξεκινούσαν το δρόμο προς την εκκλησία, από τις τέσσερις το πρωί, πιστεύοντας πως θα συναντήσουν «το άστρο της αυγής», με άλλα λόγια το άστρο που οδήγησε τους μάγους στη φάτνη του Χριστού.
Μετά την εκκλησία, οι χωριανοί μαζεύονταν σε ένα συγγενικό σπίτι, όπου έτρωγαν την παραδοσιακή σούπα τραχανά. Στο ίδιο σπίτι, το μεσημέρι απολάμβαναν εύγευστα φαγητά, όπως «κολοκάσι», κρέας και «μανιτάρια του δάσους».
Πρωτοχρονιά
Οι προετοιμασίες για την Πρωτοχρονιά, άρχιζαν από την παραμονή. Συγκεκριμένα, οι νοικοκυρές από τη παραμονή πρωτοχρονιάς ετοίμαζαν τη «βασιλόπιτα»στην οποία τοποθετούσαν ένα φλουρί.
Το βράδυ της παραμονής της Πρωτοχρονιάς, η οικογένεια μαζευόταν γύρω από τη «τσιμινιά» για το καθιερωμένο έθιμο με τα φύλλα ελιάς. Συγκεκριμένα, έριχναν ένα φύλλο ελιάς στην «τσιμινιά», αφού πρώτα εύχονταν «Αϊ Βασίλη βασιλιά, ξέβα πάνω στην ελιά, κόψε μούτες τζιαι κλωνιά να μυρίσει η γειτονιά, δείξε τζιαί φανέρωσε αν μ’ αγαπά ο τάδε ή η τάδε».Αν το φυλλαράκι της ελιάς πηδούσε, σήμαινε ότι το πρόσωπο που ανέφεραν απευθυνόμενοι στον Αϊ Βασίλη τους αγαπούσε.
Το ίδιο βράδυ, οι νοικοκυρές ετοίμαζαν το τραπέζι του Αϊ Βασίλη, στο οποίο τοποθετούσαν «βασιλόπιτα» κόλλυβα, ένα μπουκάλι κρασί με ένα ποτήρι στο πλάι, το πορτοφόλι του νοικοκύρη και ένα κερί αναμμένο. Πίστευαν πως ο Αϊ Βασίλης επισκεπτόταν κάθε χρόνο τέτοια μέρα το σπιτικό τους για να ευλογήσει τη νέα χρονιά. Ειδικότερα, για να τους χαρίσει υγεία, αφθονία προϊόντων, εργασία αγάπη, ευτυχία.
Το πρωί της Πρωτοχρονιάς, τα παιδιά έβρισκαν μέσα στα παπούτσια τους δώρα ή αλλιώς «πουλουστρίνα» από τον Αϊ Βασίλη, την οποία τοποθετούσαν κρυφά το προηγούμενο βράδυ οι γονείς τους. Στη συνέχεια, ο νοικοκύρης του σπιτιού έκοβε την βασιλόπιτα και την μοίραζε στα μέλη της οικογένειας. Ο τυχερός της χρονιάς θεωρούταν αυτός που στο κομμάτι του έβρισκε το φλουρί της βασιλόπιτας.
Κάλαντα
Την παραμονή των Φώτων ή αλλιώς τα «Κάλαντα» οι χωριανοί μαζεύονταν στην εκκλησία για να πάρουν αγιασμό. Έπειτα, με τον αγιασμό «ράντιζαν τα ζώα τους, τα περιβόλια, τα δέντρα και τα σπαρμένα τους, για να καρποφορήσουν».
Μετά τη λειτουργία, ο ιερέας επισκεπτόταν ένα ένα τα σπίτια του χωριού, κρατώντας στο χέρι το σταυρό και μια «μάτσα», δηλαδή δέσμη, από φύλλα ελιάς για να «καλαντίσει» ή αλλιώς να ευλογήσει με αγιασμό. Οι νοικοκυρές υποδέχονταν τον ιερέα προσφέροντάς του νηστίσιμα φαγητά.
Μια χαρακτηριστική συνήθεια της παραμονής των Φώτων, η οποία επιζεί ακόμα και σήμερα είναι η παρασκευή λουκουμάδων για τους «καλικάντζαρους». Οι «καλικάντζαροι», σύμφωνα με τις λαϊκές παραδόσεις, εμφανίζονται στους συγχωριανούς με μορφή ζώου ή ως τρομακτικοί γέροντες για να τους εκφοβίσουν. Γι αυτό οι νοικοκυρές του χωριού ετοιμάζουν τους λουκουμάδες και τους ρίχνουν στα δώματα των σπιτιών τους με την ευχή: «Τιτσίν τιτσίν λουκάνικο, κομμάτι ξεροτήανο, μασιέρι μαυρομάνικο, να φάτε τζιαι να φύετε»
Καρναβάλι-Απόκριες
Το Καρναβάλι ή αλλιώς οι Απόκριες ήταν μια «εορταστική περίοδος», η οποία διαρκούσε ένα ολόκληρο δεκαήμερο, ειδικότερα από το Σάββατο της Απόκρεω εως τη Καθαρά Δευτέρα. Είναι αξιοσημείωτο πώς από νωρίς του Σαββάτου της Απόκρεω έρχονταν στο χωριό οι απόδημοι Αμαρινιώτες για να εορτάσουν το Καρναβάλι.
Οι νοικοκυρές του χωριού, κατά τη διάρκεια του εορταστικού δεκαημέρου ετοίμαζαν ποικίλα παραδοσιακά παρασκευάσματα, όπως «κοτόπουλο, κουπέπια, παστά» και άλλες νοστιμιές. Τα βράδια, παρέες συγχωριανών μαζεύονταν στα πιο ευρύχωρα σπίτια του χωριού για να διασκεδάσουν και να δοκιμάσουν πλούσιο φαγητό. Η κάθε οικογένεια Αμαρινιοτών συνήθιζε να μεταφέρει τα δικά της φαγητά στο χώρο της συνάθροισης.
Το αποκριάτικό γλέντι, περιλάμβανε πέρα από το φαγοπότι, διασκευαστικά παιχνίδια, ευρηματικές μεταμφιέσεις και εύθυμα τραγούδια. Ένα από τα παραδοσιακά αποκριάτικά παιχνίδια ήταν το γνωστό «παιχνίδι με το αβγό». Συγκεκριμένα, πάνω από το τραπέζι κρεμούσαν ένα «βρασμένο αβγό», το οποίο προσπαθούσαν οι συμμετέχοντες στο παιχνίδι να αρπάξουν με το στόμα. Η όλη διαδικασία προκαλούσε το γέλιο και τα πειράγματα των παρευρισκομένων.
Καθαρά Δευτέρα
Την Καθαρά Δευτέρα παρέες Αμαρινιοτών μαζεύονταν στα «αλώνια» και στα περιβόλια του χωριού. Η Καθαρά Δευτέρα εγκαινίαζε μια μακρά περίοδο νηστειών, η οποία διαρκούσε μέχρι την Κυριακή της Αναστάσεως.
Παλαιότερα, υπήρχε το έθιμο αυτή τη μέρα, μια κοπέλα ντυμένη νύφη πάνω σ’ ένα «στολισμένο γάιδαρο» να επισκέπτεται όλες τις παρέες που διασκέδαζαν υπαίθρια. Τη μεταμφιεσμένη κοπέλα συνόδευαν η μουσική παραδοσιακών οργάνων, όπως βιολιού και λαούτου, καθώς και τα τραγούδια συγγενών, φίλων και πολλών νεαρών που την ακολουθούσαν.
Σούσες
Οι «Σούσες», ήταν ένα παραδοσιακό παιχνίδι, στο οποίο συμμετείχαν αποκλειστικά νεαρές κοπέλες. Οι Αμαρινιότισες διασκέδαζαν μ’ αυτό το παιχνίδι τη Κυριακή της Απόκρεω, της Τυροφάγου, της Μεγάλης Σαρακοστής, τη Δευτέρα και την Τρίτη της Λαμπρής κάθε παρέα κοριτσιών κρεμούσε μια «σούσα», δηλαδή μια κούνα, πάνω σε «νεύκα», πιο απλά σε ξύλινη ή σιδερένια δοκό».
Στη συνέχεια, οι κοπέλες κάθονταν συνήθως ανα τέσσερις απάνω στη «σούσα» και αρχινούσαν να κουνιούνται, χάρη στα βοηθητικά σπρωξίματα των νεαρών που βρίσκονταν στα άκρα. Οι κινήσεις τις κούνιας συνοδεύονταν με «λιανοτράγουδα αγάπης, έρωτα, νησιώτικά και θαλασσινά».
Ένα από τα αγαπημένα τραγούδια των Αμαρινιότισων αρχινούσαν με την ευχή:
« Θεέ μου ν’ αρταν οι Λαμπρές να κρεμαστούν οι σούσες
Τζαί να γεμώσουν τα στενά ούλλο μαυροματούσες»
Πασχαλινές εορτές
Στο χωριό οι προετοιμασίες για τους πασχαλινούς εορτασμούς αρχινούσαν την Αγία Βδομάδα. Οι μεν Αμαρινιότισσες, συνήθως την Αγία Παρασκευή ή Άγιο Σάββατο, έβαφαν τα κόκκινα αβγά και παρασκεύαζαν τα παραδοσιακά εδέσματα, τις «φλαούνες». Οι δε Αμαρινιότες μετέφεραν ξύλα από το δάσος του χωριού «Αδελφοί», για να ανάψουν όσο το δυνατό μεγαλύτερη φωτιά, ή αλλιώς «λαμππρατζιά», το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου που παραδοσιακά έκαιγαν το ομοίωμα του Ιούδα. Επιπρόσθετα, επεδίωκαν να μαζέψουν όσο το δυνατό περισσότερα ξύλα, ούτως ώστε η φωτιά να διαρκέσει μέχρι το μεσημέρι της επόμενης μέρας.
Το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, οι χωριανοί ανέμεναν συγκεντρωμένοι στην αυλή της εκκλησίας το αναστάσιμο μήνυμα. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, όταν ο ιερέας ψάλλει «Δεύτε λάβετε φως και δοξάστε τον αναστάντα εκ νεκρών», οι χωριανοί ανάβουν λαμπάδες « με φως από το καντήλι της Παναγίας». Κατά τη διάρκεια μάλιστα της αναστάσιμης λειτουργίας, οι Αμαρινιότες λάμβαναν ευλαβικά τη θεία κοινωνία.
Τις πρωινές ώρες, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της θείας λειτουργίας μετέβαιναν στα σπίτια τους, όπου τους «περίμενε» ένα τραπέζι με «σούπα αυγολέμονη, με φρέσκο ρίφι και φλαούνα»
Το μεσημέρι της Αγίας Κυριακής μετά τη «λειτουργία Αγάπης», οι συγχωριανοί κάνουν χειραψία ανταλλάσοντας το μήνυμα της Ανάστασης, «Χριστός Ανέστη» και «Αληθώς Ανέστη».
Στη συνέχεια , οι νέοι του χωριού μαζεύονται στην αυλή της εκκλησίας επιδεικνύοντας τη δύναμη τους συμμετέχοντας σ’ ένα παιχνίδι. Σ’ αυτό το παιχνίδι όσους από τους νέους κατάφερναν να σηκώσουν μια βαριά πέτρα, γνωστή ως «διημζήμι» θεωρούνταν ως οι πιο δυνατοί νέοι του χωριού.
Ακολουθούσε το πασχαλινό γεύμα, το οποίο περιλάμβανε πλούσιο φαγητό και παραδοσιακό ποτό, όπως «ζιβανία» και κρασί. Το απόγευμα, οι Αμαρινιότες στην πλατεία του χωριού «Νεύκα», όπου διασκέδαζαν λαμβάνοντας μέρος σε παραδοσιακά παιχνίδια, όπως «τριάππιθκια», «ζίζυρος», «ποταμός» «σύκα» και «κατομούγιας».
Αξίζει να σημειωθεί πως ακόμη και σήμερα, στο χωριό αναβιώνουν τα παλαιά έθιμα της Λαμπρής, όσο και οι πασχαλινές γιορταστικές εκδηλώσεις, χάρη στο έμπρακτο ενδιαφέρον των τοπικών σωματείων – Εθνικός Όμιλος Διγενής, Νέα Γενιά- καθώς και της εκάστοτε χωρητικής αρχής.
Τους πασχαλινούς εορτασμούς σηματοδοτούνε οι γαιδουροδρομίες, οι οποίες καλύπτουν απόσταση τριών χιλιομέτρων, από την πλατεία του χωριού μέχρι το χώρο της εορτής
Κοινοτικό γήπεδο μίνι ποδοσφαίρου
Φυσικό περιβάλλον
Το γραφικό χωριουδάκι. η Αγία Μαρίνα, προβάλλει επιβλητικά ανάμεσα σε μια απέραντη καταπράσινη κοιλάδα και τη καθάρια θάλασσα της Μόρφου. Στο νότιο άκρο του χωριού, απλώνεται το πανέμορφο δάσος «Αδελφοί», ενώ σ΄ ολόκληρη την έκταση του ξεπροβάλλουν διάσπαρτα «αιωνόβια ελαιόδεντρα». Ταυτόχρονα, το φυσικό περιβάλλον της Αγία Μαρίνας, περιλαμβάνει και «καρποφόρα δέντρα», άγρια βλάστηση καθώς και «χαμηλά δάση». Ας γνωρίσουμε, όμως καλύτερα, το φυσικό πλούτο του χωριού.
Σαφέστερα, το δάσος «Αδελφοί» καλύπτει έκταση 128 850 δεκαρίων, ή αλλιώς 128,9 τετραγωνικών χιλιομέτρων. Το δάσος αποτελεί το φυσικό νότιο σύνορο της Αγίας Μαρίνας του Ξυλιάτου. Είναι άξιο λόγου πως στο ψηλότερο σημείο του δάσους, στο λόφο δηλαδή Μαζερή, κατασκευάστηκαν ξύλινα υποστατικά, τα οποία λειτουργούν ως γραφεία, παρατηρητήρια αλ΄΄α και χώροι διαμονής του προσωπικού του Τμήματος Δασών. Είναι εξίσου ενδιαφέρον πως το δάσος «Αδελφοί», σύμφωνα με τον Άγγλο «Jack Goodwin» , αποτέλεσε δασικό κέντρο από τα τέλη του 18ου αιώνα.
Όπως έχει ήδη αναφερθεί, στο χωριό υπάρχουν «αιωνόβια δέντρα», τα οποία ανάγονται στις αρχές του 15ου αιώνα. Ανάμεσα τους, κατατάσσονται δυο δέντρα της περιοχής άγιος Κυριάκος, ή αλλιώς «Άη Τζυρκάκος», γνωστά ως «ελιές του Καττιμεριτζιή», αλλά και οι «δύο ελιές του Χατζηακήμη» , η μια στην τοποθεσία «Πηδκιά» και «Καππαρκές».
Συμπερασματικά, η Αγία Μαρίνα του Ξυλιάτου, έχει να επιδείξει ένα εξαιρετικής ομορφιάς φυσικό τοπίο, το οποίο αναδύεται μεγαλόπρεπο μέσα από την πανέμορφη βλάστηση της.